διαιρετὸς

Count: 1

PRES MID NOM.SG MASC PTCP διαιρετός VERB divided, separated

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

διαιρετὸς NOM.SG MASC διαιρετός ADJ 15
διαιρετὸς NOM.SG MASC διαιρετός NOUN 15
διαιρετὸς NOM.SG FEM διαιρετός NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

διαιρετός PRES MID NOM.SG MASC PTCP διαιρετός VERB 4