λεπτομεροῦς

Count: 1

GEN.SG MASC λεπτομερής NOUN composed of small particles

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

λεπτομεροῦς GEN.SG FEM λεπτομερής ADJ 57
λεπτομεροῦς GEN.SG NEUT λεπτομερής ADJ 14
λεπτομεροῦς NOM.SG MASC λεπτομερής ADJ 2
λεπτομεροῦς ACC.PL FEM λεπτομερής ADJ 1
λεπτομεροῦς GEN.SG MASC λεπτομερής ADJ 1
λεπτομεροῦς GEN.SG NEUT λεπτομερής NOUN 1