λεπτότερόν

Count: 1

NOM.SG NEUT λεπτός ADJ (husked, threshed) fine, thin, delicate, subtle

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

λεπτότερόν COMP ACC.SG NEUT λεπτός ADJ 9
λεπτότερόν COMP NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 9
λεπτότερόν SUP NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1

Other Forms With Same Analysis

λεπτὸν NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 341
λεπτόν NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 95
λεπτότερον NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 54
λεπτότατόν NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 2
λεπτὸνκαὶ NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1
λεπτο NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1
λεπτό NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1
Λεπτὸν NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1
λεπτότατον NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1
ραχὺ NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1
Λεπτότατον NOM.SG NEUT λεπτός ADJ 1