Στωϊκοῦ

Count: 1

GEN.SG MASC περιπατητικός NOUN walking about while teaching

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

Στωϊκοῦ GEN.SG MASC περιπατητικός ADJ 13
Στωϊκοῦ GEN.SG NEUT περιπατητικός ADJ 4

Other Forms With Same Analysis

Περιπατητικούς GEN.SG MASC περιπατητικός NOUN 1
Περιπατητικοῦ GEN.SG MASC περιπατητικός NOUN 1