κατηγορεῖνται

Count: 1

PRES MID 3PL IND κατηγορέω VERB to speak against, to accuse

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

κατηγοροῦνται PRES MID 3PL IND κατηγορέω VERB 189
κατηγορῶνται PRES MID 3PL IND κατηγορέω VERB 2
κατηγορεῦνται PRES MID 3PL IND κατηγορέω VERB 2
κατηγοροῦνταί PRES MID 3PL IND κατηγορέω VERB 1
κατηγοροῦνται᾿ PRES MID 3PL IND κατηγορέω VERB 1
κατηγορέονται PRES MID 3PL IND κατηγορέω VERB 1