ὰναγκαίως

Count: 1

INDECL ἀναγκαῖος ADV necessary, forcible (subst. kin, necessities for life)

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

ἀναγκαίως INDECL ἀναγκαῖος ADV 1,316
ἀναγκαίωϲ INDECL ἀναγκαῖος ADV 87
Ἀναγκαίως INDECL ἀναγκαῖος ADV 32
ἀναγκίως INDECL ἀναγκαῖος ADV 2
ἀνάγκαίως INDECL ἀναγκαῖος ADV 1
⎡ἀναγκαίως⎤ INDECL ἀναγκαῖος ADV 1
῾ἀναγκαίως INDECL ἀναγκαῖος ADV 1
>ἀναγκαίως INDECL ἀναγκαῖος ADV 1
ἀναγκάίως INDECL ἀναγκαῖος ADV 1