διαιρετικὸν

Count: 1

NOM.SG NEUT διαιρετικός NOUN divisible

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

διαιρετικὸν ACC.SG NEUT διαιρετικός ADJ 17
διαιρετικὸν NOM.SG NEUT διαιρετικός ADJ 11
διαιρετικὸν ACC.SG MASC διαιρετικός ADJ 1