ζιγγιβέρεως

Count: 2

GEN.SG MASC ζιγγίβερις NOUN ginger

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

ζιγγιβέρεως NOM.SG MASC ζιγγίβερις ADJ 20
ζιγγιβέρεως GEN.SG FEM ζιγγίβερις ADJ 15
ζιγγιβέρεως GEN.SG FEM ζιγγίβερις NOUN 8
ζιγγιβέρεως NOM.SG FEM ζιγγίβερις ADJ 4
ζιγγιβέρεως GEN.SG NEUT ζιγγίβερις NOUN 1
ζιγγιβέρεως VOC.SG MASC ζιγγίβερις ADJ 1

Other Forms With Same Analysis

Ζιγγιβέρεως GEN.SG MASC ζιγγίβερις NOUN 1