καυστικόν

Count: 2

ACC.SG MASC καυστικός ADJ capable of burning

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

καυστικόν NOM.SG NEUT καυστικός ADJ 16
καυστικόν ACC.SG NEUT καυστικός ADJ 4
καυστικόν ACC.SG NEUT καυστικός NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

καυστικὸν ACC.SG MASC καυστικός ADJ 3
καυϲτικὸν ACC.SG MASC καυστικός ADJ 1
καυτικὸν ACC.SG MASC καυστικός ADJ 1