Διόνυσε

Count: 2

GEN.SG MASC διόνυσος NOUN Dionysus

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

Διόνυσε VOC.SG MASC διόνυσος NOUN 60
Διόνυσε AOR ACT 3SG IND διόνυσος VERB 4
Διόνυσε PRES ACT 2SG IMP διόνυσος VERB 2
Διόνυσε VOC.SG MASC Διόνυσε NOUN 2

Other Forms With Same Analysis

Διονύσου GEN.SG MASC διόνυσος NOUN 810
Διωνύσοιο GEN.SG MASC διόνυσος NOUN 40
Διωνύσου GEN.SG MASC διόνυσος NOUN 10
Διόνυσος GEN.SG MASC διόνυσος NOUN 2
Διωνύϲοιο GEN.SG MASC διόνυσος NOUN 2
Διονύσουʼ GEN.SG MASC διόνυσος NOUN 1
Διωνύσοιό GEN.SG MASC διόνυσος NOUN 1
ΔΙΟΝΥΣΟΥ GEN.SG MASC διόνυσος NOUN 1
Διωνύϲου GEN.SG MASC διόνυσος NOUN 1