διαστρόφους

Count: 2

ACC.PL MASC διάστροφος NOUN twisted, distorted

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

διαστρόφους ACC.PL FEM διάστροφος ADJ 9
διαστρόφους ACC.PL MASC διάστροφος ADJ 4

Other Forms With Same Analysis

Διστοίχους ACC.PL MASC διάστροφος NOUN 1