ἀπόκοποϲ

Count: 2

NOM.SG MASC ἀπόκοπος NOUN castrated

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

ἀπόκοποϲ NOM.SG MASC ἀπόκοπος ADJ 1
ἀπόκοποϲ PRF MID 1SG IND ἀπόκοπος VERB 1

Other Forms With Same Analysis

ἀπόκοπος NOM.SG MASC ἀπόκοπος NOUN 1
Ἀπόκοπα NOM.SG MASC ἀπόκοπος NOUN 1
Ἀποκόπουϲ NOM.SG MASC ἀπόκοπος NOUN 1