θερμολουϲίαιϲ

Count: 2

DAT.PL FEM θερμολουσία NOUN hot bathing

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

θερμολουσίαις DAT.PL FEM θερμολουσία NOUN 3
θερμολουσίῃσιν DAT.PL FEM θερμολουσία NOUN 1