ἐπεισοδιώδη

Count: 2

ACC.SG MASC ἐπεισοδιώδης ADJ episodic, incoherent

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

ἐπεισοδιώδη NOM.PL NEUT ἐπεισοδιώδης ADJ 13
ἐπεισοδιώδη ACC.SG FEM ἐπεισοδιώδης ADJ 9
ἐπεισοδιώδη ACC.PL NEUT ἐπεισοδιώδης ADJ 7
ἐπεισοδιώδη PRES ACT 3SG OPT ἐπεισοδιώδης VERB 1