προσαμβάσεις

Count: 2

DAT.PL FEM προσαμβάσεις NOUN

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

προσαμβάσεις ACC.PL FEM προσαμβάσεις NOUN 4
προσαμβάσεις AOR ACT 2SG SBJV προσαμβάσεις VERB 3
προσαμβάσεις FUT ACT 2SG IND προσαμβάσεις VERB 3
προσαμβάσεις NOM.SG FEM προσαμβάσεις NOUN 1