κατασκόπους

Count: 2

ACC.PL FEM κατάσκοπος ADJ one who keeps a look out, a scout, spy

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

κατασκόπους ACC.PL MASC κατάσκοπος NOUN 86
κατασκόπους ACC.PL MASC κατάσκοπος ADJ 40
κατασκόπους ACC.PL FEM κατάσκοπος NOUN 1