καματηρὸς

Count: 2

NOM.SG MASC καματηρός ADJ toilsome, troublesome, wearisome

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

καματηρόϲ NOM.SG MASC καματηρός ADJ 2
Καματηρὸς NOM.SG MASC καματηρός ADJ 1
καματηρός NOM.SG MASC καματηρός ADJ 1