λειότης

Count: 2

GEN.SG FEM λειότης NOUN smoothness

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

λειότης NOM.SG FEM λειότης NOUN 40
λειότης NOM.SG MASC λειότης NOUN 3

Other Forms With Same Analysis

λειότητος GEN.SG FEM λειότης NOUN 33
λειότητός GEN.SG FEM λειότης NOUN 1