πολύπους

Count: 2

ACC.PL FEM πολύπους NOUN many-footed
octopus

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

πολύπους NOM.SG MASC πολύπους NOUN 24
πολύπους NOM.SG MASC πολύπους ADJ 17
πολύπους ACC.PL MASC πολύπους ADJ 11
πολύπους ACC.PL FEM πολύπους ADJ 7
πολύπους NOM.SG FEM πολύπους NOUN 6
πολύπους ACC.PL MASC πολύπους NOUN 2

Other Forms With Same Analysis

πολύποδαϲ ACC.PL FEM πολύπους NOUN 1
πολύπουϲ ACC.PL FEM πολύπους NOUN 1
πουλύπους ACC.PL FEM πολύπους NOUN 1
πολύποδας ACC.PL FEM πολύπους NOUN 1