προστιθέ

Count: 2

IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB to add, to apply, to close (a door); mid. to join (a group), take as an ally

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

προσετίθει IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 138
προστίθει IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 44
Προσετίθει IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 8
προσεπάγει IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 5
προϲετίθει IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 3
προστέθεικε IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 2
προστίθε IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 2
Προστέθεικε IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 2
Προσεπάγει IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 2
προστιθει IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
προσετέθει IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
προσέθεικεν IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
προσετίθε IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
προσετί IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
προσετίθη IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
προςετίθει IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
προσετίθεἰ IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
προςτιθέτω IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
faciem IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
προστίθεὅσον IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
Προστίθει IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
προστιθε IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
προστέθεικέ IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1
προϲτίθει IMPRF ACT 3SG IND προστίθημι VERB 1