Ἀνδροφόνος

Count: 2

NOM.SG MASC ἀνδροφόνος NOUN man-slaying

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

Ἀνδροφόνοϲ NOM.SG MASC ἀνδροφόνος NOUN 3
ἀνδροφόνος NOM.SG MASC ἀνδροφόνος NOUN 1
Ἀνδροφάγων NOM.SG MASC ἀνδροφόνος NOUN 1
ἀνδροφόντηϲ NOM.SG MASC ἀνδροφόνος NOUN 1
ἀνδροφόνοϲ NOM.SG MASC ἀνδροφόνος NOUN 1