σινάπεως

Count: 2

NOM.SG MASC κόκκος NOUN a grain, seed

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

σινάπεως GEN.SG MASC κόκκος NOUN 30
σινάπεως GEN.SG NEUT κόκκος NOUN 12
σινάπεως GEN.SG FEM κόκκος NOUN 5
σινάπεως DAT.PL NEUT κόκκος NOUN 2
σινάπεως NOM.SG FEM κόκκος NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

κόκκος NOM.SG MASC κόκκος NOUN 63
Κόκκος NOM.SG MASC κόκκος NOUN 3
κόκκοϲ NOM.SG MASC κόκκος NOUN 3
Κόκκοϲ NOM.SG MASC κόκκος NOUN 1