ἐκκλησιαστικὸν

Count: 2

NOM.SG NEUT ἐκκλησιαστικός ADJ of or for the ἐκκλησία, assembly

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

ἐκκλησιαστικὸν ACC.SG MASC ἐκκλησιαστικός ADJ 30
ἐκκλησιαστικὸν ACC.SG NEUT ἐκκλησιαστικός ADJ 8
ἐκκλησιαστικὸν INDECL ἐκκλησιαστικός ADV 1