πουλύπους

Count: 3

NOM.SG MASC πολύπους NOUN many-footed
octopus

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

πουλύπους ACC.PL MASC πολύπους NOUN 9
πουλύπους PRF ACT 2SG IND πολύπους VERB 1
πουλύπους ACC.PL FEM πολύπους NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

πολύπους NOM.SG MASC πολύπους NOUN 24
πουλύς NOM.SG MASC πολύπους NOUN 8
πουλυπόδων NOM.SG MASC πολύπους NOUN 2
πολύπουϲ NOM.SG MASC πολύπους NOUN 2
Πολύπουϲ NOM.SG MASC πολύπους NOUN 1
iδίπουϲ NOM.SG MASC πολύπους NOUN 1
πολυπόδων NOM.SG MASC πολύπους NOUN 1