περίστυλον

Count: 3

ACC.SG NEUT περίστυλος NOUN with pillars round the wall, surrounded with a colonnade

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

περίστυλον NOM.SG NEUT περίστυλος NOUN 5
περίστυλον NOM.SG NEUT περίστυλος ADJ 2
περίστυλον ACC.SG FEM περίστυλος ADJ 1
περίστυλον ACC.SG MASC περίστυλος NOUN 1
περίστυλον ACC.SG NEUT περίστυλοs ADJ 1