θερμολουσίαις

Count: 3

DAT.PL FEM θερμολουσία NOUN hot bathing

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

θερμολουϲίαιϲ DAT.PL FEM θερμολουσία NOUN 2
θερμολουσίῃσιν DAT.PL FEM θερμολουσία NOUN 1