δολόμητις

Count: 3

NOM.SG FEM δολομήτης ADJ crafty of counsel, wily

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

δολόμητις NOM.SG FEM δολομήτης NOUN 5
δολόμητις NOM.SG MASC δολομήτης NOUN 4
δολόμητις NOM.SG MASC δολομήτης ADJ 1
δολόμητις NOM.SG δολομήτης NOUN 1