μακαριότης

Count: 3

GEN.SG FEM μακαριότης NOUN happiness, bliss

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

μακαριότης NOM.SG FEM μακαριότης NOUN 14
μακαριότης NOM.SG MASC μακαριότης NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

μακαριότητος GEN.SG FEM μακαριότης NOUN 75
μακαριότητοϲ GEN.SG FEM μακαριότης NOUN 1