μεσαιπόλιος

Count: 4

AOR ACT 3SG OPT μεσαιπόλιος VERB half-gray, grizzled

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

μεσαιπόλιος GEN.SG FEM μεσαιπόλιος NOUN 3
μεσαιπόλιος NOM.SG MASC μεσαιπόλιος NOUN 2
μεσαιπόλιος DAT.SG FEM μεσαιπόλιος NOUN 1
μεσαιπόλιος VOC.SG FEM μεσαιπόλιος NOUN 1
μεσαιπόλιος NOM.PL FEM μεσαιπόλιος NOUN 1
μεσαιπόλιος NOM.SG FEM μεσαιπόλιος NOUN 1