εἰδωλολατρείαν

Count: 4

ACC.SG MASC εἰδωλολατρεία NOUN idolatry

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

εἰδωλολατρείαν ACC.SG FEM εἰδωλολατρεία NOUN 20
εἰδωλολατρείαν ACC.SG FEM εἰδωλολατρεία ADJ 17
εἰδωλολατρείαν ACC.SG MASC εἰδωλολατρεία ADJ 1