διάκτορος

Count: 5

GEN.SG MASC διάκτορος NOUN the Messenger

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

διάκτορος NOM.SG MASC διάκτορος NOUN 24
διάκτορος NOM.SG MASC διάκτορος NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

διακτόρου GEN.SG MASC διάκτορος NOUN 3
διαέκτου GEN.SG MASC διάκτορος NOUN 1