βουλητὸν

Count: 5

ACC.SG MASC βουλητός NOUN that is

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

βουλητὸν NOM.SG NEUT βουλητός ADJ 19
βουλητὸν ACC.SG NEUT βουλητός ADJ 13
βουλητὸν ACC.SG MASC βουλητός ADJ 5
βουλητὸν NOM.SG NEUT βουλητός NOUN 1
βουλητὸν ACC.SG NEUT βουλητός NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

βουλητὰ ACC.SG MASC βουλητός NOUN 1
Βουλητόν ACC.SG MASC βουλητός NOUN 1
βουλητόν ACC.SG MASC βουλητός NOUN 1