κατηγοροῦντές

Count: 5

PRES ACT NOM.PL MASC PTCP κατηγορέω VERB to speak against, to accuse

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

κατηγοροῦντες PRES ACT NOM.PL MASC PTCP κατηγορέω VERB 149
κατηγορουντες PRES ACT NOM.PL MASC PTCP κατηγορέω VERB 3
κατηγοροῦντεϲ PRES ACT NOM.PL MASC PTCP κατηγορέω VERB 2
κατηγοροῦντεις PRES ACT NOM.PL MASC PTCP κατηγορέω VERB 1
κατηγορησείοντες PRES ACT NOM.PL MASC PTCP κατηγορέω VERB 1
κατηγορέοντες PRES ACT NOM.PL MASC PTCP κατηγορέω VERB 1