Πριαμίδαις

Count: 6

DAT.PL MASC πριαμίδης NOUN son of Priam

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

Πριαμίδῃσιν DAT.PL MASC πριαμίδης NOUN 4
Πριαμίδαισιν DAT.PL MASC πριαμίδης NOUN 3
Πριαμίδαισι DAT.PL MASC πριαμίδης NOUN 1
Πριαμίδησιν DAT.PL MASC πριαμίδης NOUN 1