ἄδικοϲ

Count: 7

NOM.SG MASC ἄδικος ADJ wrong-doing, unrighteous, unjust

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

ἄδικοϲ NOM.SG FEM ἄδικος ADJ 3

Other Forms With Same Analysis

ἄδικος NOM.SG MASC ἄδικος ADJ 468
ἄδικός NOM.SG MASC ἄδικος ADJ 48
ἄδικος᾿ NOM.SG MASC ἄδικος ADJ 2
ἂδικος NOM.SG MASC ἄδικος ADJ 1
ἀδικός NOM.SG MASC ἄδικος ADJ 1
Ἄδικος NOM.SG MASC ἄδικος ADJ 1
ʼἄδικος NOM.SG MASC ἄδικος ADJ 1
ἀδίκωϲ NOM.SG MASC ἄδικος ADJ 1
ὁἄδικος NOM.SG MASC ἄδικος ADJ 1
ἀδίκως NOM.SG MASC ἄδικος ADJ 1