ἐπεισοδιώδη

Count: 7

ACC.PL NEUT ἐπεισοδιώδης ADJ episodic, incoherent

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

ἐπεισοδιώδη NOM.PL NEUT ἐπεισοδιώδης ADJ 13
ἐπεισοδιώδη ACC.SG FEM ἐπεισοδιώδης ADJ 9
ἐπεισοδιώδη ACC.SG MASC ἐπεισοδιώδης ADJ 2
ἐπεισοδιώδη PRES ACT 3SG OPT ἐπεισοδιώδης VERB 1