βαρβαρισμὸς

Count: 8

NOM.SG MASC βαρβαρισμός NOUN barbarism

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

Βαρβαρισμὸς NOM.SG MASC βαρβαρισμός NOUN 15
βαρβαρισμός NOM.SG MASC βαρβαρισμός NOUN 7
Βαρβαρισμός NOM.SG MASC βαρβαρισμός NOUN 3
βαρβαριϲμὸϲ NOM.SG MASC βαρβαρισμός NOUN 2
βαρβαριϲμόϲ NOM.SG MASC βαρβαρισμός NOUN 1