διαιρετὰ

Count: 8

ACC.SG MASC διαιρετός NOUN divided, separated

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

διαιρετὰ ACC.PL NEUT διαιρετός NOUN 33
διαιρετὰ NOM.PL NEUT διαιρετός ADJ 28
διαιρετὰ ACC.PL NEUT διαιρετός ADJ 7
διαιρετὰ NOM.SG FEM διαιρετός NOUN 7
διαιρετὰ NOM.PL NEUT διαιρετός NOUN 6
διαιρετὰ ACC.SG FEM διαιρετός NOUN 4
διαιρετὰ PRES MID 3SG IND διαιρετός VERB 2
διαιρετὰ NOM.SG FEM διαιρετός ADJ 2
διαιρετὰ PRES ACT 3SG IND διαιρετός VERB 1

Other Forms With Same Analysis

διαιρετὸν ACC.SG MASC διαιρετός NOUN 51
διαιρετόν ACC.SG MASC διαιρετός NOUN 13
διαἱρετήν ACC.SG MASC διαιρετός NOUN 1
διαιρετά ACC.SG MASC διαιρετός NOUN 1
Διαιρετὸν ACC.SG MASC διαιρετός NOUN 1
διαιρετήν ACC.SG MASC διαιρετός NOUN 1