κατασκευάζοιτο

Count: 8

PRES MID 3SG OPT κατασκευάζω VERB to equip

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

κατασκευάζοιτό PRES MID 3SG OPT κατασκευάζω VERB 1
κατασκευάζοιτ PRES MID 3SG OPT κατασκευάζω VERB 1
κατασευάζοιτ᾿ PRES MID 3SG OPT κατασκευάζω VERB 1
κατσκευάζοιτ᾿ PRES MID 3SG OPT κατασκευάζω VERB 1
κατασκευάζοιτ᾿ PRES MID 3SG OPT κατασκευάζω VERB 1