ἀκίνητος

Count: 9

NOM.SG MASC ἀκίνητος NOUN unmoved, motionless

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

ἀκίνητος NOM.SG MASC ἀκίνητος ADJ 129
ἀκίνητος NOM.SG FEM ἀκίνητος ADJ 115
ἀκίνητος NOM.SG FEM ἀκίνητος NOUN 6
ἀκίνητος GEN.SG MASC ἀκίνητος NOUN 3
ἀκίνητος NOM.SG MASC ἀκίνητος ADJ 2

Other Forms With Same Analysis

Ἀκίνητος NOM.SG MASC ἀκίνητος NOUN 6
ἀκίνητός NOM.SG MASC ἀκίνητος NOUN 1