καταπληκτικός
Count: 10
NOM.SG MASC | καταπληκτικός | ADJ | striking, astonishing |
Occurrences
Occurences coming soon.
Other Forms With Same Analysis
καταπληκτικὸς | NOM.SG MASC | καταπληκτικός | ADJ | 5 |
---|---|---|---|---|
καταπληκτικὸϲ | NOM.SG MASC | καταπληκτικός | ADJ | 4 |
καταπληκτικόϲ | NOM.SG MASC | καταπληκτικός | ADJ | 2 |