διαμέτρῳ

Count: 10

DAT.SG FEM διάμετρος NOUN diametrically opposed; diameter

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

διαμέτρῳ DAT.SG FEM διάμετρος ADJ 117
διαμέτρῳ DAT.SG NEUT διάμετρος ADJ 31
διαμέτρῳ DAT.SG MASC διάμετρος ADJ 4
διαμέτρῳ DAT.SG NEUT διάμετρος NOUN 1