πολυχρόνια

Count: 13

NOM.PL NEUT πολυχρόνιος ADJ long-existing, of olden time, ancient

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

πολυχρόνια ACC.PL NEUT πολυχρόνιος ADJ 5
πολυχρόνια NOM.PL NEUT πολυχρόνιος NOUN 3
πολυχρόνια ACC.PL NEUT πολυχρόνιος NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

χρόνια NOM.PL NEUT πολυχρόνιος ADJ 26
πουλυχρόνια NOM.PL NEUT πολυχρόνιος ADJ 2
πολυχρόνιά NOM.PL NEUT πολυχρόνιος ADJ 1
Χρόνια NOM.PL NEUT πολυχρόνιος ADJ 1
χρόνιά NOM.PL NEUT πολυχρόνιος ADJ 1