σφοδρότερα

Count: 13

COMP NOM.PL NEUT σφοδρός ADJ vehement, violent, excessive

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

σφοδρότερα COMP ACC.PL NEUT σφοδρός ADJ 9
σφοδρότερα @@@ -------c σφοδρός ADV 1
σφοδρότερα ACC.PL NEUT σφοδρός ADJ 1
σφοδρότερα NOM.PL NEUT σφοδρός ADJ 1