διαλέκτους

Count: 14

ACC.PL FEM διάλεκτος NOUN discourse: discussion, debate, arguing

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

διαλέκτους ACC.PL FEM διάλεκτος ADJ 15
διαλέκτους ACC.PL MASC διάλεκτος ADJ 4
διαλέκτους ACC.PL MASC διάλεκτος NOUN 2
διαλέκτους ACC.PL FEM διαλέκτοuς NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

διαλέκτουϲ ACC.PL FEM διάλεκτος NOUN 3
διάλεκτον ACC.PL FEM διάλεκτος NOUN 1