συστοιχία

Count: 14

NOM.SG FEM συμμορία NOUN a co-partnership

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

συστοιχία DAT.SG FEM συμμορία NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

συμμορία NOM.SG FEM συμμορία NOUN 8
ξυμμορία NOM.SG FEM συμμορία NOUN 1
Συμμορία NOM.SG FEM συμμορία NOUN 1
ΣΥΜΜΟΡΙΑ NOM.SG FEM συμμορία NOUN 1