ποδαπόϲ

Count: 17

NOM.SG MASC ποδαπός NOUN from what country?

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

ποδαπόϲ GEN.SG MASC ποδαπός NOUN 1
ποδαπόϲ NOM.SG NEUT ποδαπός NOUN 1
ποδαπόϲ ACC.SG NEUT ποδαπός NOUN 1
ποδαπόϲ AOR ACT NOM.SG MASC PTCP ποδαπός VERB 1
ποδαπόϲ INDECL ποδαπός ADV 1
ποδαπόϲ NOM.SG FEM ποδαπός NOUN 1
ποδαπόϲ PRF ACT NOM.SG NEUT PTCP ποδαπός VERB 1

Other Forms With Same Analysis

ποδαπός NOM.SG MASC ποδαπός NOUN 10
ποταπός NOM.SG MASC ποδαπός NOUN 6
Ποταπός NOM.SG MASC ποδαπός NOUN 3
Ποδαπόϲ NOM.SG MASC ποδαπός NOUN 1