πολύπους

Count: 24

NOM.SG MASC πολύπους NOUN many-footed
octopus

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

πολύπους NOM.SG MASC πολύπους ADJ 17
πολύπους ACC.PL MASC πολύπους ADJ 11
πολύπους ACC.PL FEM πολύπους ADJ 7
πολύπους NOM.SG FEM πολύπους NOUN 6
πολύπους ACC.PL FEM πολύπους NOUN 2
πολύπους ACC.PL MASC πολύπους NOUN 2

Other Forms With Same Analysis

πουλύς NOM.SG MASC πολύπους NOUN 8
πουλύπους NOM.SG MASC πολύπους NOUN 3
πουλυπόδων NOM.SG MASC πολύπους NOUN 2
πολύπουϲ NOM.SG MASC πολύπους NOUN 2
Πολύπουϲ NOM.SG MASC πολύπους NOUN 1
iδίπουϲ NOM.SG MASC πολύπους NOUN 1
πολυπόδων NOM.SG MASC πολύπους NOUN 1