λειτουργοὶ

Count: 25

NOM.PL MASC λειτουργός NOUN one who performed a λειτουργία

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

λειτουργοὶ NOM.PL MASC λειτουργός ADJ 10
λειτουργοὶ VOC.PL MASC λειτουργός NOUN 2
λειτουργοὶ NOM.PL FEM λειτουργός ADJ 1

Other Forms With Same Analysis

λειτουργοί NOM.PL MASC λειτουργός NOUN 4
Λειτουργοὶ NOM.PL MASC λειτουργός NOUN 1