δριμύς

Count: 26

NOM.SG MASC δριμύς ADJ piercing, sharp, keen

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

δριμύς NOM.SG FEM δριμύς ADJ 3
δριμύς NOM.SG FEM δριμύς NOUN 2

Other Forms With Same Analysis

δριμὺς NOM.SG MASC δριμύς ADJ 61
δριμέος NOM.SG MASC δριμύς ADJ 28
δριμύϲ NOM.SG MASC δριμύς ADJ 4
δριμύτερός NOM.SG MASC δριμύς ADJ 2
δριμύτατος NOM.SG MASC δριμύς ADJ 1
δριμὺ NOM.SG MASC δριμύς ADJ 1